δεκαπλάσιον

δεκαπλάσιον
δεκαπλάσιος
tenfold
masc acc sg
δεκαπλάσιος
tenfold
neut nom/voc/acc sg
δεκαπλάσιος
tenfold
masc/fem acc sg
δεκαπλάσιος
tenfold
neut nom/voc/acc sg
δεκαπλασίων
masc/fem voc sg
δεκαπλασίων
neut nom/voc/acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • τιμή — Όρος με τον οποίο χαρακτηρίζεται η ποσότητα χρήματος που δίνεται σε αντάλλαγμα αγαθών ή υπηρεσιών ή, πιο συγκεκριμένα, η αξία των αγαθών και των υπηρεσιών εκφραζόμενη σε χρήμα. Συχνά, αντί για τη λέξη τ., προτιμούν να χρησιμοποιούν, ειδικά στην… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”